Κάτι σαν φλασάκι... Τυχαίες α-συναντήσεις, χρέη του μέλλοντος.


Το μακρινό όσο και εξίσου κοντινό έτος 1996, τον προηγούμενο αιώνα που αποχαιρετήσαμε μάταια 2 φορές το 2000 και 2001 μήπως πιστέψουμε ότι τού ξεφύγαμε, εγώ και οι συμμαθητές μου τελειώναμε το λύκειο. Στη μικρή μας πόλη, της οποίας το μοναδικό κοινό στοιχείο με το Λονδίνο είναι το ότι τίποτα ποτέ δε συνέβαινε, μάς έκαναν την τιμή οι πολύ γνωστοί από τότε αγαπημένοι των εφήβων Διονύσης Τσακνής και Λαυρέντης Μαχαιρίτσας να παραθέσουν μια συναυλία στο ανοιχτό στάδιο της πόλης, χωρητικότητας περίπου 249 θέσεων, με φόντο τις μπασκέτες - κληρονομιά του ευρωπάσκετ '87.

Εννοείται ότι δε θα το έχανα με τίποτα, αφού λίγο καιρό πριν είχα αγοράσει και το CD με τίτλο ''Η Νύχτα θα το πει", με ζωντανές ηχογραφήσεις από τις εμφανίσεις τους και το άκουγα καθημερινά, περίπου εν είδει θεραπείας, κάτι μεταξύ αντιβίωσης και συνειδητής προσπάθειας ενηλικίωσης (που συνήθως οδηγεί στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα). Το αυτοκίνητο του Δήμου, συνήθως επιφορτισμένο να μας προσκαλεί από το μεγάφωνο για κάποια κινητοποίηση - διαδήλωση εναντίον του οργανωμένου κράτους, όσο κι αν αυτό μπορεί κανείς να πιστέψει ότι πραγματικά υφίσταται, ενημέρωσε τους δημότες για την επικείμενη συναυλία, με αποτέλεσμα η γιαγιά μου να μού ανακοινώσει ότι θα παραστεί με τις φίλες της στο πολιτιστικό γεγονός του καλοκαιριού, το οποίο για κάποιο λόγο δε θυμάμαι αν προηγήθηκε ή ακολούθησε μια ανάλογη εμφάνιση της Κατερίνας Κούκα με τα περίπου 48 encore του "Ρίξε στο κορμί μου σπίρτο να πυρποληθώ" (τελικά δε βρέθηκε κάποιος χριστιανός να της ρίξει ένα).

Παρά τις έντονες προειδοποιήσεις στην κατά τα άλλα συμπαθέστατη όσο και πείσμονα γιαγιά μου ότι ΔΕΝ θα της αρέσει αυτή η συναυλία, εκείνη ήρθε και έφυγε στο δεύτερο τραγούδι (I told you so...). Δεν συναντηθήκαμε, αν και δε θα 'χα πρόβλημα. Θα επανέλθουμε στο θέμα.

Πριν ένα χρόνο και κάτι, σε ένα εργασιακό περιβάλλον, το οποίο δε θα περιγράψω τώρα γιατί δεν έχω όρεξη αφενός, αλλά και γιατί θέλω να κρατήσω και τίποτα για το μέλλον, γνώρισα τον Τζόνμακ. Ο Τζόνμακ λοιπόν, πολύ ξηγημένο παιδί (άλλο άρθρο αυτό, βιβλίο μην πω η περίπτωσις), μού είπε πως το 1986 λόγω των σεισμών στην πόλη του είχε έρθει για κάποιους μήνες στη δική μου πόλη ως παιδί σε κάτι συγγενείς και μάλιστα πήγε και σχολείο εκεί (όχι στο δικό μου, ευτυχώς!). Εννοείται ότι σκέφτηκα ''τί μικρός που είναι ο κόσμος'' και άλλα πρωτότυπα. Πάντως μού ήρθε η εικόνα ότι θα μπορούσαμε να είχαμε όντως συναντηθεί στο δρόμο, στο λεωφορείο, κτλ και να μην γνωριστήκαμε ποτέ, όπως γίνεται σε κάτι ταινίες, συνήθως σπονδυλωτές, συνήθως του ανεξάρτητου κινηματογράφου. Το θέμα είναι ότι μετά από χρόνια με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αυτή η α-συνάντηση του τότε έγινε πραγματική συνάντηση στο τώρα, με μια αίσθηση χρέους που ξεπληρώνεται χρόνια μετά, αν και δεν το ζήτησε κανείς.

Επιστρέφουμε στη συναυλία. Η φίλη και συμφοιτήτρια Εφ-Τζι με ξέρει χρόνια (κάτσε να μετρήσω...). Έχουμε κάνει συζητήσεις επί συζητήσεων, και του λιμανιού και του σαλονιού - αλλά και άλλων συναφών χώρων. Τις προάλλες πήγαμε στο σινεμά (άλλη πάλι ιστορία, η ταινία δεν περιγράφεται χωρίς προηγούμενη χρήση έστω νόμιμων ουσιών) και μετά από τόοοοοοσα χρόνια τής έρχεται και μού λέει ότι πριν πολλάααααα χρόνια είχε έρθει στην πόλη μου στη συναυλία των Τσακνή - Μαχαιρίτσα καθώς ήταν πολύ φαν, και μάλιστα την είχε φέρει η μητέρα της, εξίσου φαν (πάντα πρωτοπόρος η μαμά Εφ-Τζι μπάι δε γουέι, αυτό πρέπει να κατατεθεί). Το θέμα είναι ότι: η Εφ-Τζι μένει όχι απλά στην άλλη άκρη του κόσμου, αλλά λίγο πιο κει ακόμη. Επίσης τόσα χρόνια δεν το είχε αναφέρει και μού το λέει αφού έχω σκεφτεί ό,τι έχω σκεφτεί για την ιστορία με τον Τζονμακ. Και λέω: να κι άλλο ένα! Άλλη μια α-συνάντηση. Μήπως καθόταν κάπου κοντά μου στη συναυλία; Μήπως ιδωθήκαμε μες στο πλήθος; Δημιουργήθηκε ένα είδος χρέους στο μέλλον; Ήταν ένα είδος προοικονομίας για τη μελλοντική συνάντηση;

Φυσικά τα ερωτήματα είναι ρητορικά και δεν είναι δυνατό να εμπεριέχουν μεταφυσική χροιά. Ήταν όμως ωραίες συμπτώσεις και το γεγονός ότι έχω μοιραστεί εν αγνοία μου στιγμές με ανθρώπους που γνώρισα αργότερα και σημαίνουν πράγματα για μένα ήταν κάτι σαν φλασάκι. Σαν αυτό εδώ, που θυμίζει εκείνο το βράδυ σαν να 'ναι χτες:



Μελαγχόλησες, νιώθεις πεταμένος
Μες στην πόλη σου σα ξένος, βρε παιδί μου αμάν
Στην καρδιά βάλε πατίνια και δυο ρουλεμάν

Φύλλο και φτερό, στο μυαλό σου χιόνι
που τη σκέψη σου παγώνει, βρε παιδί μου αμάν
Στην καρδιά βάλε πατίνια και δυο ρουλεμάν

Βάλε στο μαγνητόφωνο τραγούδια που γουστάρεις
Σκέψου την ώρα, τη στιγμή που τη ρεβάνς θα πάρεις
Σκέψου κορίτσια και γιορτές και πράμα που σαλεύει
κι ένα παιδί που μοναχό το δρόμο του γυρεύει

Κάτι άστραψε, κάτι σα φλασάκι
Σαν πικ νικ μες στο δασάκι, μια γλυκιά φωτιά
Λάβε θέση για να πάρεις πάλι την πρωτιά

Σα να δρόσισε, έρχεται βροχούλα
και μια άνοιξη νυφούλα, βρε παιδί μου αμάν
Στην καρδιά βάλε πατίνια και δυο ρουλεμάν

Βάλε στο μαγνητόφωνο...

 
 


Δεν υπάρχουν σχόλια: