Βρέχει. Έτσι, απρόσωπα. Ποιός
θεός θυμήθηκε ποτέ να ρίξει
νερό σε κεφάλια κατεβασμένα;
Βρέχει. Εκατομμύρια πέφτουν οι
σταγόνες να γονιμοποιήσουν μια
γη που δε ζήτησε ποτέ το τίποτα.
Είναι αυθάδεις οι σταγόνες.
Υπενθυμίσεις ουρανού πες τις
για να μην τους θυμώσεις.
Διάφανες αλλά όχι αόρατες.
Μικρές αλλά οχι αθόρυβες.
Προφέρουν ασυντόνιστες
μνημόσυνους ψαλμούς.
Βρέχει. Δε βαριέται η νύχτα να
το ψιθυρίζει. Ποτέ δε βαριέται η
νύχτα. Το μουρμουρίζει στα
αυτιά μας ξανά και ξανά.
Στην Μι θα άρεσε που βρέχει. Να
νανουρίζεται κι όμως να μην την
πιάνει ο ύπνος. Να βασανίζεται
γλυκά μην και αντιληφθεί πως
είναι η ίδια σαν τη γη. Μητέρα
κι αυτή.
Ξαπλωμένη κείται ν' ακούει τη
βροχή στο νυφικό κρεβάτι. Αλλού
πεθαίνει πάντα η γη όταν τ'
αποφασίσει να γίνει ερημιά. Κι
έτσι στο κρεβάτι της θα μένει
φιγούρα ζωντανή.
Βρέχει. Είμαι ευτυχισμένος όταν
βρέχει. Έψαχνα για πολλή ώρα
τα γυαλιά μου μες στο σπίτι.
Δεν μπορούσα να τα βρω. Σχεδόν
είχα συμβιβαστεί με την ιδέα
ότι δε θα βλέπω καθαρά πια.
Θ' ακούω μόνο.
Πήγα να βάλω λίγο νερό να πιω.
Της βροχής. Μόνο όταν στάθηκα
εκεί τα είδα μπροστά μου.
Αμίλητα κι αυτά.
Κ.Βήτα - Δ.Γαλάνη: ''Μια ευχή". Από το άλμπουμ "Μετά".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου